Σεμέλης

Σεμέλης
Σεμέλη
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Διόνυσος — I Ο νεότερος αλλά και πιο δημοφιλής από τους θεούς του Ολύμπου. Η θεϊκή του υπόσταση έλαβε δύο αντίθετες εκφράσεις: την εύθυμη και πολυθόρυβη χαρά που επικρατούσε στις γιορτές του και τη μανία της καταστροφής. Γι’ αυτό και η λατρεία του… …   Dictionary of Greek

  • Θήβα — Πόλη (υψόμ. 180 μ., 21.211 κάτ.) του νομού Βοιωτίας, έδρα του δήμου Θηβαίων και, παλαιότερα (έως το 1997), της ομώνυμης επαρχίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, σε ίση απόσταση από τον Ευβοϊκό και τον Κορινθιακό κόλπο, στο κέντρο μιας… …   Dictionary of Greek

  • Тимофей Милетский — В Википедии есть статьи о других людях с именем Тимофей. Тимофей Милетский (греч. Τιμόθεος ὁ Μιλήσιος; ок. 450  ок. 360 до н. э.)  древнегреческий поэт лирик и кифаред. Содержание 1 Творческая деятельность …   Википедия

  • BACCHUS — I. BACCHUS Iovis ex Semele filius. Orpheus in Hymnis. Κιςςοκόμην Διόνυσον ἐρίβρομον ἄρχομ᾿ ἀείδειν. Ζηνὸς καὶ Σεμέλης ἐρικυδέος ἀγλαὸνυἷον. Idem aliô Hymnô Iovis et proserpinae filium putavit. Ε῎υβουλ᾿ ἐυπολύβουλε Διὸς καὶ Περσεφονείας. Hunc Deum …   Hofmann J. Lexicon universale

  • HEROIS — una ex tribus sollennitatibus, nono quoque anno Delphis olim celebrari solitis. Plutarch. Quaest. Graec. Τῆς Η῾ρω̈ίδος τὰ πλεῖςτα μυθικὸν ἔχει λόγον, οἱ ἴσαϚιν αἱ Θυάδες: εν δὲ τὴν δρωμεν´ων φανεθῶς Σεμέλης ἄν τι ἀναγωγην` εἰκασειε. Heroidis pler …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PALLAS — I. PALLAS Claudii Caesaris libertus, ditissimus, qui Crassô fertur ditior vicies, et quin quies centenis milibus, Plin. l. 33. c. 10. Vide Tacit. Annal. l. 12. c. 53. Et Plin. l. 8. ep. 6. Iuven. Sat. 1. v. 109. Ego possideo plus Pallante et… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Θυωναίος — Θυωναῑος, ὁ (Α) ως κύριο όν. ὁ Θυωναῑος ο Διόνυσος ως γιος τής Θυώνης (Σεμέλης). [ΕΤΥΜΟΛ. < κύριο όν. Θυώνη] …   Dictionary of Greek

  • Θυώνη — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση ήταν μητέρα του θεού Διόνυσου, η οποία αναφέρεται στον δελφικό Παιάνα και ταυτίζεται με τη Σεμέλη. Ο μύθος αναφέρει ότι η Θ. ονομάστηκε έτσι, όταν μεταφέρθηκε από τον Διόνυσο στο ουράνιο φως… …   Dictionary of Greek

  • κατάφλεξη — ἡ (Α κατάφλεξις) [καταφλέγω] κατάκαυση, πυρπόληση, απανθράκωση, καταφλόγιση («Ἥρας δόλον καὶ Σεμέλης κατάφλεξιν», Λουκιαν.) …   Dictionary of Greek

  • καταψεύδομαι — (AM) λέω ψέματα, ισχυρίζομαι ψεύτικα, προφασίζομαι («καὶ καταψεύδου καλῶς ὡς ἔστι Σεμέλης», Ευρ.) αρχ. 1. κατηγορώ κάποιον λέγοντας ψέματα, διαβάλλω («παῡσαί μου πρὸς τὸν βασιλέα καταψευδόμενος», Πλούτ.) 2. προσποιούμαι, υποκρίνομαι («ἃ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”